Ου μπλέξεις...

Ου μπλέξεις...


Από τις τρέχουσες κοινωνικές ιστορίες ομολογώ ότι αυτή που με έχει πραγματικά συγκλονίσει τον τελευταίο καιρό είναι η επίθεση με βιτριόλι που έγινε στην 34χρονη Ιωάννα στην Καλλιθέα. Όσο οι μέρες περνάνε και οι λεπτομέρειες γίνονται περισσότερο γνωστές, τόσο πιο πολύ η ιστορία με αναστατώνει. Διότι όλα δείχνουν ότι είναι ένα έγκλημα πάθους – γυναικείου πάθους για την ακρίβεια.

Χειρότερη κι από ποινή φυλάκισης

Χθες έβλεπα σε ένα δελτίο ειδήσεων ένα ρεπορτάζ που μου δημιούργησε την εντύπωση ότι στη Θησέως, όπου όλα συνέβησαν, στήθηκε ολόκληρη επιχείρηση. Τίποτα δεν έγινε τυχαία. Το θύμα πήγαινε στη δουλειά του, υπήρξε καρτέρι από την περίφημη μαυροφορεμένη κυρία, ενώ κατά πως φαίνεται υπήρξε κι ένας τουλάχιστον συνεργός – ίσως και δυο. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση πιο πολύ από το τι έγινε και το πώς έγινε, έχει σημασία η επιλογή του τρόπου: όποια στην κοπέλα πέταξε το καυστικό υγρό είχε μελετήσει τα πάντα. Κυρίως το είδος της ζημιάς που θα προκαλούσε. Δεν θέλησε απλά να την εκδικηθεί, ή να την τιμωρήσει: ήθελε να την αφήσει να ζει έχοντας συγχρόνως καταστρέψει το πρόσωπό της. Ηθελε, με άλλα λόγια, το είδος της τιμωρίας που για εκείνη αποφάσισε να της επιβάλει να είναι διαρκές – καθημερινό. Ηθελε να την υποχρεώσει την άμοιρη να ζει με την ανάμνηση της πράξης εκτίοντας ένα είδος χρόνιας καταδίκης – χειρότερης κι από ποινή φυλάκισης.

Αν δεις την ιστορία από την πλευρά του δράστη καταλαβαίνεις ότι υπάρχει από την μια η ανάγκη του για μια αρρωστημένη εκδίκηση κι από την άλλη ένα είδος απόγνωσης: αν έχουμε να κάνουμε με έγκλημα πάθους, μιλάμε για πάθος ακραίο. Που αμφιβάλω, αν μετά ακόμα κι από αυτό που συνέβη, βρήκε γιατρειά.

Τα εγκλήματα πάθους δεν είναι ελληνική εφεύρεση, όπως κάποιοι νομίζουν. Η ύπαρξή τους προβλέπεται και στον ποινικό κώδικα άλλων χωρών – πάντα η διαπίστωση πως πίσω από ένα έγκλημα υπάρχει πάθος λαμβάνεται υπόψιν στην τιμωρία. Το πάθος είναι δικαιολογία και σκληρή ομολογία  συγχρόνως: αποτελεί εξήγηση σε ό,τι έγινε, αλλά δεν παρέχει πάντα ελαφρυντικά. Κάνει το δράστη να μοιάζει άρρωστος και συγχρόνως αμετανόητος. Μπορεί να προκαλέσει προσοχή (ίσως και μια παράξενη κατανόηση…), αλλά σίγουρα προκαλεί τρόμο. Σοκάρει.

Το πάθος είναι αλήθεια πως κάνει το μυαλό να σαλτάρει, οδηγεί σε αδιέξοδα, τρομάζει με την ένταση του, είναι δύσκολα διαχειρίσιμο. Από την άλλη το πάθος είναι η γενεσιουργός αιτία του εγκλήματος, είναι το ίδιο από μόνο του ένα κίνητρο: δεν είναι πάντοτε βέβαιο ότι εξαιτίας του οι αντιδράσεις του δράστη είναι ενστικτώδεις και αυθόρμητες –ίσα ίσα. Στην προκειμένη περίπτωση είναι φανερό ότι το πάθος επέβαλε σκέψη και δράση: χάρη σε αυτό καταστρώνεται ένα ολόκληρο σχέδιο,  προγραμματίζονται κινήσεις, επιλέγεται το βιτριόλι ως ένα είδος υπογραφής. Αν ποτέ ο δράστης βρεθεί, δεν ξέρω ποιο δικαστήριο μπορεί να αναγνωρίσει ελαφρυντικά σε ένα τέτοιο έγκλημα, έστω κι αν προκύψουν λεπτομέρειες που να κάνουν φανερή την απόγνωση ή την αρρώστια του δράστη.

Και η Μπέλου…

Το βιτριόλι, ως όπλο, χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες – η Σωτηρία Μπέλου είχε κάνει φυλακή γιατί έριξε στον άντρα της που την έσπαγε στο ξύλο: ήταν είκοσι χρονών και το δικαστήριο της είχε αναγνωρίσει ελαφρυντικά. Από βιτριόλι είχε υποφέρει η  άτυχη Κωνσταντίνα Κούνεβα, αλλά στην δική της την περίπτωση το βιτριόλι επιλέχτηκε, μάλλον γιατί τα θρασύδειλα τομάρια που της επιτέθηκαν ήταν ταυτόχρονα και ψυχάκηδες – η περίπτωση αποτελεί μια εξαίρεση στον κανόνα που θέλει το βιτριόλι να χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες. Ηταν πολύ διαδεδομένη η χρήση του το ’60 – φαίνεται ότι έχει περάσει στο λαϊκό υποσυνείδητο ως όπλο αντιζηλίας.

Τις προηγούμενες μέρες με προβλημάτισε πολύ το αν υπάρχουν γυναικεία και ανδρικά εγκλήματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το έγκλημα, όπως ακριβώς και η ανοησία, η κακία, το πάθος, δεν έχει φύλο: άντρες και γυναίκες μπορεί να κάνουν εγκλήματα αποτρόπαια με την ίδια αγριότητα. Αλλά ειδικά το βιτριόλι (όπως και το δηλητήριο) είναι κάτι που προτιμούν οι γυναίκες – ίσως γιατί το βρίσκουν εύκολα, ίσως και γιατί είναι λιγότερο εξοικειωμένες με τα όπλα π.χ που είναι παιγνιδάκια των αντρών.

Στην ιστορία των μεγάλων ελληνικών εγκλημάτων, που έχει γράψει ο Πάνος Σόμπολος π.χ, οι γυναίκες παίζουν πάντα ρόλους που έχουν μεγάλη σχέση με αυτό που βλέπουμε στο σινεμά ή στην τηλεόραση: παρακινούν, προτρέπουν, υποκινούν, αλλά σπάνια εκτελούν οι ίδιες. Η γυναίκα δύσκολα αφαιρεί την ανθρώπινη ζωή – η φόνισσα παραμένει κάτι σχετικά σπάνιο. Αλλά από την άλλη η γυναίκα έχει την ευστροφία να καταλάβει πως το να κάνεις τον άλλο να υποφέρει είναι χειρότερο: το θύμα στοιχειώνεται, ζει με το φόβο, δεν μπορεί να ξεφύγει από την ίδια την ιστορία – σε κάποιες περιπτώσεις εξακολουθεί να αυτομαστιγώνεται, να νοιώθει ότι φταίει για ό,τι έπαθε. Το βρίσκω φρικτό.

Νοοτροπίες χρόνων

Οι γυναίκες κουβαλάνε ένα αίσθημα ανάγκης απόδοσης δικαιοσύνης (ίσως για αυτό τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι δικαστίνες). Οι άντρες νομίζουν πως η δικαιοσύνη επιβάλλεται, μιλάμε για κάτι ολότελα διαφορετικό. Πίσω από αυτό που συνέβη στην Καλλιθέα κρύβονται νοοτροπίες χρόνων. Το θύμα πληρώνει την ομορφιά και τη νιότη του: αυτά είναι που στοχοποιήθηκαν από τη δράστη. Κάτι μου λέει πως αν η δράστης συλληφθεί θα μάθουμε πως δεν ήταν άγνωστη στο θύμα: έχω την υποψία ότι οι δυο γυναίκες τελικά γνωρίζονται, ίσως έχουν πολλά κοινά. Πιστεύω επίσης πως η καραντίνα που προηγήθηκε, στην ιστορία αυτή έπαιξε ρόλο. Ο εγκλεισμός μεγάλωσε την επιθυμία για εκδίκηση, έδωσε χρόνο για την δημιουργία ενός σχεδίου γεμάτο από λεπτομέρειες, βοήθησε ώστε να φουντώσει κι άλλο η παθιασμένη θέληση για κάτι κακό. Λυπάμαι και το 34χρονο κορίτσι που έπεσε θύμα: της εύχομαι να γλυτώσει κι από τον κοινωνικό ρατσισμό που υποβόσκει, τα social media που θα βγάλουν συμπεράσματα, την κίτρινη δημοσιογραφία που θα σκαλίσει τη ζωή της. Νομίζω πως η μαυροφορεμένη δράστης, που νομίζει ότι εκτόνωσε το πάθος της, το πιθανότερο είναι ότι θα το βρει μπροστά της γιατί είναι από αυτά που πνίγουν. Φυσικά μένω άναυδος από την έκφραση όλης αυτής της γυναικείας εκδικητικότητας. Ου μπλέξεις…